Αθήνα, 15/7/2020
ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ/ΑΡΘΡΟ
Πλήρης δικαίωση των θέσεων του Κινήματός μας για το ελληνογαλλικό Αμυντικό Σύμφωνο
Το τελευταίο διάστημα πολλές εφημερίδες με πηχυαίους τίτλους πανηγυρίζουν για την επικείμενη ελληνογαλλική αμυντική συνεργασία η οποία δικαιώνει πλήρως τις θέσεις του Κινήματός μας ΕΛΛΑΔΑ- Ο ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ καθώς τα τελευταία χρόνια με συνέπεια έχουμε προτείνει τη σύναψη ενός ελληνογαλλικού Αμυντικού Συμφώνου με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής την ώρα που διάφορες άλλες πολιτικές δυνάμεις αναζητούσαν τη στήριξη της χώρας είτε στο ΝΑΤΟ, είτε στις ΗΠΑ, είτε στον περίφημο μελλοντικό ευρωπαϊκό στρατό. Και όλα αυτά ενώ είχε ήδη διαφανεί τουλάχιστον από τις 7 Δεκεμβρίου 2017 με την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα ότι η Τουρκία προετοιμάζεται να επιτεθεί στην Ελλάδα προκειμένου να αναθεωρήσει τη Συνθήκη της Λοζάνης. Τότε αρκετοί στο πολιτικό στερέωμα θεωρούσαν τις απειλές του Ερντογάν ως μπλόφα ενώ άλλοι εκτιμούσαν ότι απλά η Άγκυρα προσπαθεί να παρασύρει την Αθήνα σε ένα 24ώρο θερμό επεισόδιο τύπου Ιμίων προκειμένου Ελλάδα και Τουρκία να καταλήξουν υπό την σκέπη των ΗΠΑ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων με στόχο την συνδιαχείριση του Αιγαίου.
Η αποκάλυψη όμως από την Nordic Monitor του σχεδίου εισβολής της Τουρκίας στην Ελλάδα με τον κωδικό «Τσάκα Μπέης» ήρθε απλά να επιβεβαιώσει τις εκτιμήσεις μας.
Άλλωστε στην Ιδρυτική Διακήρυξη του Κινήματός μας ΕΛΛΑΔΑ-Ο ΑΛΛΟΣ ΔΡΟΜΟΣ στις 5/4/2017 είχαμε επισημάνει ότι η αξιοποίηση των πλουτοπαραγωγικών πηγών της Πατρίδας μας πρέπει να συνδυαστεί με παράλληλη σύναψη Συμφώνου Προστασίας των εγκαταστάσεων εξόρυξης πετρελαίου με τα κράτη, οι εταιρείες των οποίων θα αναλάβουν την εκμετάλλευση αντίστοιχων θαλασσίων οικοπέδων.
Επιπλέον αμέσως μετά τις απειλητικές δηλώσεις Ερντογάν στην Αθήνα στις 7 Δεκεμβρίου 2017 είχαμε επισημάνει ότι η πολιτική του εφησυχασμού, του ενδοτισμού και της υποχωρητικότητας έναντι της Άγκυρας απλά θα άνοιγε ακόμη πιο πολύ την όρεξη της Τουρκίας. Για τον λόγο αυτόν στις 17 Απριλίου 2018 με αφορμή την επίσκεψη Μακρόν στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στο Στρασβούργο είχαμε ζητήσει με παρέμβασή μας στη Ολομέλεια της Ευρωβουλής από τον Γάλλο Πρόεδρο να απαντήσει κατά πόσο η Γαλλία ήταν διατεθειμένη να συνάψει άμεσα με την Ελλάδα ένα Αμυντικό Σύμφωνο με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής σε περίπτωση επίθεσης της Τουρκίας κατά της Πατρίδας μας. Απαντώντας ο Μακρόν τόνισε «ότι η Γαλλία ανά πάσα στιγμή θα είναι παραστάτης σε κάθε Κράτος Μέλος όταν απειλείται, όταν υφίσταται επίθεση η κυριαρχία του. Αυτό το είπαμε και στην Μεγάλη Βρετανία και στην υπόθεση Σκριπάλ, αλλά είναι και πάγια θέση μας προς την Ελλάδα όταν απειλείται στην Ανατολική Μεσόγειο. Και τις προάλλες είχα τηλεφωνική συνομιλία με τον Πρωθυπουργό τον κ.Τσίπρα γι’ αυτό το θέμα. Είναι ακριβώς στην καρδία της κοινής μας αλληλεγγύης να υπάρχει αυτή η αλληλεγγύη μεταξύ των Κρατών».
Η δήλωση Μακρόν, που έτυχε μεγάλης προβολής από τα διεθνή μέσα ενημέρωσης, μπορούσε και έπρεπε να αξιοποιηθεί από την κυβέρνηση Τσίπρα και να αποτελέσει το εφαλτήριο για περαιτέρω ουσιαστικές συγκλίσεις και πρωτοβουλίες όπως είχαμε επισημάνει σε σχετική μας αρθρογραφία (Η Κυριακάτικη Κόντρα 22/4/2018).
Όμως η τότε Ελληνική κυβέρνηση δεν αξιοποίησε την ευκαιρία για την σύναψη ενός διμερούς Συμφώνου Αμυντικής Συνεργασίας και Στρατιωτικής Συνδρομής Ελλάδας – Γαλλίας με πιθανή μετατροπή του σε πολυμερές Σύμφωνο, με ενδεχόμενη ένταξη της Κύπρου.
Ευτυχώς την δήλωση Μακρόν τελικά αξιοποίησε η Κύπρος η οποία προχώρησε στις 15 Μαΐου 2019 στο Παρίσι στην υπογραφή Συμφωνίας Αμυντικής Συνεργασίας με τη Γαλλία.
Στη διεθνή πολιτική βέβαια η ίδια η ζωή δρομολογεί τις εξελίξεις αναγκάζοντας τους πολιτικούς να τρέχουν πίσω από τα γεγονότα. Έτσι η όξυνση της τουρκικής επιθετικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο όχι μόνο έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου αλλά και έναντι της Γαλλίας καθώς και η εμπλοκή της Τουρκίας στη Συρία έφεραν ακόμη πιο κοντά Παρίσι και Αθήνα δρομολογώντας στο παραπέντε αμοιβαία σύγκληση με στόχο τη διαμόρφωση στενής ελληνογαλλικής αμυντικής συνεργασίας.
Όμως η συνεργασία αυτή προκειμένου να είναι αποτελεσματική πρέπει να λάβει θεσμική μορφή και να εδράζεται στην υπογραφή Αμυντικού Συμφώνου με ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής. Μόνο έτσι θα υπάρχει σταθερότητα, προοπτική και βεβαιότητα. Διαφορετικά αν η συνεργασία Αθήνας και Παρισιού περιοριστεί σε μια απλή ναυτική συνεργασία και μάλιστα σε άτυπη βάση αυτό θα ενθαρρύνει ακόμη πιο πολύ την τουρκική επιθετικότητα καθώς ο Ερντογάν θα διαβλέψει ότι η ελληνο-γαλλική προσέγγιση είναι πρόσκαιρη και ασταθής.
Όπως έχουμε επισημάνει στην εκτενή μας αρθρογραφία τα τρία τελευταία χρόνια για το ζήτημα του ελληνογαλλικού Αμυντικού Συμφώνου, αυτό θα πρέπει να εδράζεται στο αμοιβαίο όφελος και στην αρχή της μη επέμβασης στα εσωτερικά του κάθε μέρους. Η ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής πρέπει να είναι σαφής και αμετάκλητη χωρίς αιρέσεις και αστερίσκους. Επιπλέον η προσέγγιση θα πρέπει να συμπληρωθεί με συνεργασία στην συμπαραγωγή οπλικών συστημάτων και στη συνεχή διενέργεια κοινών ασκήσεων των ενόπλων δυνάμεων των δύο χωρών. Σταθερή βάση της ελληνογαλλικής συμμαχίας θα πρέπει να αποτελέσει η ενίσχυση των οικονομικών σχέσεων των δύο χωρών, η σύμπτυξη κοινού μετώπου σε θέματα άμυνας και ασφάλειας εντός της ΕΕ και η ενίσχυση των πολιτιστικών σχέσεων των δύο λαών.
Οψόμεθα για τα περαιτέρω.