Τα στοιχεία τα οποία συνεχώς έρχονται στη δημοσιότητα αποδεικνύουν για άλλη μια φορά τις τεράστιες δυσμενείς οικονομικές επιπτώσεις της πανδημίας. Έτσι το δημόσιο χρέος της Ελλάδας στα τέλη του 2020 έφτασε στα 374 δις ευρώ (http://www.pdma.gr/ 10/3/2021) ενώ το ΑΕΠ της χώρας από 183,6 δις ευρώ το 2019 έπεσε στα 168,5 δις ευρώ το 2020 (Εφημερίς Δημοπρασιών 6-7/3/2021, σελ. 1).
Και ενώ από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή δρομολογείται για ακόμη μια φορά η διατήρηση της γενικής ρήτρας διαφυγής του δρακόντειου Συμφώνου Σταθερότητας και για το 2022 (www.euro2day.gr, 3/3/2020) γεγονός το οποίο οπωσδήποτε θα δώσει σημαντικές ανάσες σε αρκετές οικονομίες των χωρών της ευρωπαϊκής περιφέρειας, εντούτοις τα γεράκια της ΕΕ με επικεφαλής τον Σόιμπλε καλούν τα κράτη μέλη της ευρωζώνης να σφίξουν ξανά τα ζωνάρια (in.gr 7/2/2021).
Η ενεργοποίηση της γενικής ρήτρας διαφυγής και μάλιστα για πρώτη φορά, έγινε λόγω πανδημίας από το Συμβούλιο της ΕΕ με απόφασή του στις 23/3/2020 και αφορούσε το έτος 2021 (www.consilium.europa.eu. 23/3/2020).
Προηγήθηκε πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις 20/3/2020 στην οποία επισημάνθηκε ότι η «εν λόγω ρήτρα θεσπίστηκε με την εξάπτυχη μεταρρύθμιση του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης το 2011, με συνεκτίμηση των διδαγμάτων που αντλήθηκαν από την οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση. Η εμπειρία αυτή κατέδειξε ιδίως την ανάγκη θέσπισης ειδικών διατάξεων στους δημοσιονομικούς κανόνες της ΕΕ ώστε να καταστεί δυνατή η συντονισμένη και εύτακτη απόκλιση από τις κανονικές απαιτήσεις για όλα τα κράτη μέλη σε περίπτωση γενικευμένης κρίσης ως συνέπεια σοβαρής επιβράδυνσης της οικονομικής δραστηριότητας στη ζώνη του ευρώ ή στην ΕΕ συνολικά» (COM(2020) 123 final,eur-lex.europa.eu).
Καθώς όμως η ύφεση που πλήττει τις χώρες της ευρωζώνης λόγω πανδημίας φτάνει σε δυσθεώρητα ύψη η ευελιξία που μπορεί να προσδώσει η εφαρμογή της γενικής ρήτρας διαφυγής δεν αρκεί για να θεραπεύσει τις κοινωνικές πληγές στην EE. Το ίδιο ισχύει σε σημαντικό βαθμό και για το εκτεταμένο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης που έχει εγκαινιάσει η ΕΚΤ καθώς και για το περίφημο Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.
Και αυτό γιατί μεγάλο μέρος από τα οικονομικά προβλήματα των χωρών του ευρωπαϊκού νότου οφείλονται στα δομικά ελλείμματα της ίδιας της Οικονομικής και Νομισματικής Ένωσης με τα κράτη – μέλη της να καλούνται να συμμορφωθούν με πολιτικές και κανόνες, που δεν λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες και τις ιδιαιτερότητές τους, αποβαίνουν σε βάρος των λαών τους, παραβιάζουν τα κυριαρχικά τους δικαιώματα και στρέφονται ενάντια στα ίδια τα εθνικά τους συμφέροντα.
Για τους λόγους αυτούς πρέπει να αλλάξουν οι προτεραιότητες της ευρωπαϊκής πολιτικής που οφείλει πλέον να αποσκοπεί:
α) στον περιορισμό των κοινωνικών και περιφερειακών ανισοτήτων εντός της ΕΕ, ώστε να κλείσει η ψαλίδα Βορρά-Νότου,
β) στην εγκατάλειψη της πολιτικής της λιτότητας και της βίαιης δημοσιονομικής προσαρμογής,
γ) στην διασφάλιση ευνοϊκών ρυθμίσεων για τα κράτη-μέλη που έμειναν πίσω, όπως η Ελλάδα, ώστε να ανακάμψουν,
δ) στην μεταρρύθμιση της ευρωζώνης.
Επιπλέον όπως έχω ήδη προτείνει από τον Απρίλιο του 2017 με παρεμβάσεις μου στην Ευρωβουλή, το Ευρωπαϊκό Σύστημα Κεντρικών Τραπεζών πρέπει να γίνει πιο ευέλικτο και πιο αποκεντρωμένο, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να μετατραπεί σε ύστατο δανειστή και να καταργηθεί το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Η ΕΚΤ δεν μπορεί να είναι ανεξέλεγκτη. Οφείλει να λογοδοτεί στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μιας και οι αποφάσεις της επηρεάζουν καθοριστικά την οικονομική και κοινωνική ζωή των λαών της Ένωσης. Ταυτόχρονα απαιτείται διαφάνεια στη λειτουργία της ΕΚΤ και άρση της σύγκρουσης συμφερόντων διότι η ΕΚΤ δεν μπορεί να είναι ταυτόχρονα και Νομισματική Αρχή και Εποπτική Αρχή των Συστημικών Τραπεζών και μέλος της τρόικας.
Και τέλος να τεθεί το Eurogroup κάτω από τον πολιτικό έλεγχο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.