Η ποδολογία είναι ένας κλάδος που ασχολείται με τις βλάβες των άκρων και συγκεκριμένα με την εξέταση, διάγνωση, πρόληψη και θεραπεία των παθήσεων, δίνοντας αποτελεσματικές λύσεις στα προβλήματα των άκρων των ασθενών. Ο ποδολόγος είναι ένας εξειδικευμένος επαγγελματίας απαραίτητος για τον τομέα των κοινωνικών υπηρεσιών. Δυστυχώς, η καινοτόμος ειδικότητα του ποδολόγου, αν και απαραίτητη για την περιποίηση των παθήσεων των άκρων, εντούτοις δεν έχει κατοχυρωμένα επαγγελματικά δικαιώματα στην Ελλάδα.
Σε χώρες της ΕΕ, και ειδικότερα στη Γερμανία, στη Γαλλία και στην Ιταλία, το επάγγελμα του ποδολόγου έχει νομοθετικά κατοχυρωθεί.
Αποτελεί λοιπόν επιτακτική ανάγκη, η αναγνώριση των ποδολόγων στην αγορά εργασίας και στην Ελλάδα, γιατί μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει σωστή αντιμετώπιση των προβλημάτων των ασθενών.
Στην Ελλάδα έχει ιδρυθεί από το 2002 το Σωματείο Ποδολόγων Ελλάδας, το οποίο αριθμεί 100 μέλη τα οποία είναι απόφοιτοι διαφόρων σχολών καθώς και της Ακαδημίας Ποδολόγων Ελλάδας, που ιδρύθηκε το 2004, και διαθέτουν εξειδίκευση στο συγκεκριμένο αντικείμενο.
Ερωτάται η Επιτροπή:
Ποιες ενέργειες και τι μέτρα προτίθεται να λάβει, προκειμένου να ενθαρρύνει τις ελληνικές αρχές ούτως ώστε, σε συνεργασία με το αναγνωρισμένο Σωματείο Ποδολόγων Ελλάδος να προχωρήσει επιτέλους η αναγνώριση του επιστημονικού αυτού κλάδου και το επάγγελμα του ποδολόγου να αποκτήσει στην Ελλάδα επαγγελματικά δικαιώματα;
Απάντηση της κ. Bieńkowska
εξ ονόματος της Επιτροπής
(26.10.2017)
Τα κράτη μέλη είναι ελεύθερα να αποφασίσουν, εντός των ορίων του δικαίου της Ένωσης —δηλ. της ελευθερίας εγκατάστασης, της ελευθερίας παροχής υπηρεσιών και των αρχών της αναλογικότητας και της αναγκαιότητας—, αν και με ποιον τρόπο πρέπει να ρυθμίσουν ένα επάγγελμα.
Κατά τη διαδικασία αυτή, τα κράτη μέλη πρέπει να διασφαλίζουν ότι η ρύθμιση που διέπει την ανάληψη και την άσκηση ορισμένων επαγγελματικών δραστηριοτήτων επιβάλλεται για λόγους δημόσιου συμφέροντος1, ώστε να εξασφαλιστεί ότι η εν λόγω ρύθμιση είναι ανάλογη με την επίτευξη των στόχων, ιδίως επειδή η ρύθμιση ενός επαγγέλματος έχει συνέπειες στην επαγγελματική κινητικότητα μεταξύ κρατών μελών.
Εάν ένας επαγγελματίας προέρχεται από κράτος μέλος που δεν ρυθμίζει νομοθετικά το επάγγελμά του, η οδηγία 2005/36/ΕΚ2 δημιουργεί συνθήκες για την κινητικότητα των επαγγελματιών, καθώς τα κράτη μέλη οφείλουν να επιτρέψουν την επαγγελματική πρόσβαση στους αιτούντες που προέρχονται από κράτη μέλη στα οποία το συγκεκριμένο επάγγελμα δεν είναι νομοθετικά ρυθμιζόμενο, εφόσον αυτοί έχουν ασκήσει το εν λόγω επάγγελμα για ένα έτος στη διάρκεια των τελευταίων δέκα ετών3.
1 Κατά την έννοια του άρθρου 52 της Συνθήκης για τη λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, δηλ. για λόγους δημόσιας τάξης, δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας ή για επιτακτικούς λόγους γενικού συμφέροντος, που αναγνωρίζονται ως τέτοιοι στη νομολογία του Δικαστηρίου της ΕΕ.
2 Οδηγία 2005/36/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 7ης Σεπτεμβρίου 2005, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, ΕΕ L 255 της 30.9.2005, όπως τροποποιήθηκε από την οδηγία 2013/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, της 20ής Νοεμβρίου 2013, για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς («κανονισμός IMI»), ΕΕ L 354 της 28.12.2013.
3 Άρθρο 13 παράγραφος 2